z-logo
open-access-imgOpen Access
Ανίχνευση των παραγόντων αποτελεσματικότητας των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μέσω του δυναμικού μοντέλου εκπαιδευτικής αποτελεσματικότητας
Author(s) -
Βασιλική Πολυμεροπούλου
Publication year - 2021
Language(s) - Uncategorized
Resource type - Dissertations/theses
DOI - 10.12681/eadd/48581
Subject(s) - computer science
Η παρούσα διδακτορική διατριβή σκοπό έχει να μελετήσει την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μέσω της επίδρασης των διδακτικών δεξιοτήτων που χρησιμοποιεί στη γνωστική εξέλιξη των μαθητών. Η αποτίμηση των διδακτικών δεξιοτήτων πραγματοποιείται στη βάση δυο διαστάσεων: της ποιότητας της διδασκαλίας και της ισότητας. Έχοντας ως οδηγό το Δυναμικό Μοντέλο Εκπαιδευτικής Αποτελεσματικότητας (Δ.Μ.Ε.Α.) των Creemers και Kyriakides (2008), επιδιώκεται να αποτυπωθεί αφενός η ποιότητα της διδασκαλίας και η διερεύνηση της επίδρασης της διδακτικής συμπεριφοράς των εκπαιδευτικών στη γνωστική εξέλιξη των συμμετεχόντων μαθητών, αφετέρου διερευνάται εάν η επίδραση των διδακτικών δεξιοτήτων των συγκεκριμένων εκπαιδευτικών του δείγματος κατορθώνει να επηρεάσει την επίδραση που προέρχεται από το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο των συγκεκριμένων μαθητών στην επίδοσή τους. Για τη συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκαν παρατηρήσεις διδασκαλίας, στις οποίες καταγραφόταν συστηματικά η διδακτική συμπεριφορά των εκπαιδευτικών μέσω της χρήσης εντύπων αξιολόγησης, όπως αυτά έχουν εγκυροποιηθεί από το Δ.Μ.Ε.Α. Επίσης, με την αξιοποίηση ερωτηματολογίου των μαθητών έγινε καταγραφή τόσο του κοινωνικοοικονομικού τους επιπέδου όσο και της προσωπικής τους άποψης για την ποιότητα της διδασκαλίας του εκπαιδευτικού τους, ενώ με τη χρήση δυο δοκιμίων, ένα στην αρχή της σχολικής χρονιάς και ένα στο τέλος, αποτυπώθηκε το γνωστικό υπόβαθρο των μαθητών στο μάθημα της νεοελληνικής γλώσσας. Συμμετείχαν 21 εκπαιδευτικοί δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και συγκεκριμένα εκπαιδευτικοί που τη δεδομένη χρονιά δίδασκαν το γνωστικό αντικείμενο της νεοελληνικής γλώσσας στη γ΄γυμνασίου. Επιπλέον, συμμετείχε το μαθητικό δυναμικό αυτών των εκπαιδευτικών, συνολικά 697 μαθητές που συμπλήρωσαν τόσο το αρχικό δοκίμιο, το οποίο διερευνούσε την πρότερη γνώση των μαθητών όσο και το τελικό δοκίμιο, το οποίο αποτύπωνε το επίπεδο των μαθητών στο τέλος της χρονιάς. Συνάμα, οι ίδιοι μαθητές συμπλήρωσαν και σχετικό ερωτηματολόγιο. Πραγματοποιήθηκαν 79 συνολικά παρατηρήσεις διδασκαλίας με τη χρήση τριών εντύπων παρατήρησης. Τα δεδομένα αναλύθηκαν με δυο τρόπους. Πρώτον, πραγματοποιήθηκε περιγραφική ανάλυση, με σκοπό να διαφανεί η διδακτική συμπεριφορά των εκπαιδευτικών από το κάθε έντυπο αξιολόγησης. Στη συνέχεια ακολούθησε πολυεπίπεδη ανάλυση, με σκοπό να διερευνηθεί η σχέση μεταξύ της διδακτικής συμπεριφοράς του εκπαιδευτικού τόσο σε σχέση με τη γνωστική εξέλιξη των μαθητών όσο και των χαρακτηριστικών που φέρει το μαθητικό δυναμικό στο οποίο απευθύνεται. Από την ανάλυση των δεδομένων αρχικά αναδείχθηκε η σημαντικότητα της επίδρασης όλων των παραγόντων αποτελεσματικότητας του Δ.Μ.Ε.Α, εκτός από έναν, και όλων των διαστάσεων όπως αυτές που ορίζονται από το Δ.Μ.Ε.Α, εκτός από τη διαφοροποίηση, στο να αποτυπωθούν αφενός τα χαρακτηριστικά της διδασκαλίας των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και αφετέρου να αποτιμηθεί η επίδρασή τους στη μαθησιακή εξέλιξη των μαθητών. Στοιχείο σημαντικό εάν ληφθεί υπόψη ότι μέσω της συγκεκριμένης έρευνας επιχειρείται για πρώτη φορά να αποτιμηθεί η αποτελεσματικότητα εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και δη στο συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο. Έτσι, αν και προέκυψε σχετικά μικρή επίδραση της διδακτικής συμπεριφοράς των εκπαιδευτικών του δείγματος στη γνωστική εξέλιξη των μαθητών, εντούτοις το δεύτερο πιο σημαντικό εύρημα της έρευνας αποτελεί το γεγονός ότι κάποιοι συγκεκριμένοι παράγοντες με το τρόπο που εκδηλώθηκαν ωφέλησαν τους μαθητές του δείγματος, καθώς κάποιοι κατάφεραν να μειώσουν την επίδραση του κοινωνικοοικονομικού υποβάθρου των μαθητών στην επίδοσή τους ενώ κάποιοι άλλοι λειτούργησαν ουδέτερα. Είναι ενθαρρυντικό για τη διάσταση της ισότητας ότι κανένας παράγοντας από μέρους της διδακτικής συμπεριφοράς των εκπαιδευτικών δεν ενίσχυσε την επίδραση του κοινωνικοοικονομικού επιπέδου των μαθητών στην επίδοσή τους. Συμπερασματικά, αναδείχθηκε αρχικά ότι το Δ.Μ.Ε.Α. είναι δυνατό να λειτουργήσει ως πλαίσιο αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αποτιμώντας τόσο την ποιότητα της διδασκαλίας όσο και την ισότητα. Επίσης, ότι προκειμένου να αποτιμηθεί η αποτελεσματικότητα των εκπαιδευτικών πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το μαθητικό δυναμικό στο οποίο απευθύνονται, καθώς κάποιοι μαθητές έχουν ανάγκη περισσότερης καθοδήγησης, ενώ κάποιοι άλλοι μπορούν να λειτουργούν πιο ανεξάρτητα. Αυτή όμως η δυναμική του μαθητικού πληθυσμού «υποχρεώνει» τους εκπαιδευτικούς να είναι εφοδιασμένοι με μια πληθώρα διδακτικών δεξιοτήτων, ώστε λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες των μαθητών για κάποιους να είναι ιδιαιτέρως καθοδηγητικοί ακολουθώντας πιο άμεσες μορφές διδασκαλίας, ενώ για κάποιους άλλους να εφαρμόζουν νέες κοντρουκτιβιστικές προσεγγίσεις διδασκαλίας. Προκειμένου όμως να φτάσουν σε αυτό το επίπεδο διαφοροποίησης της διδακτικής τους συμπεριφοράς είναι απαραίτητο να έχει προηγηθεί αξιολόγηση των αναγκών των μαθητών. Μια αξιολόγηση, όμως, που αποτελεί την αρχή αλλά και το τέλος της κάθε μαθησιακής διαδικασίας. Από τα ευρήματα της έρευνας προτείνονται παρεμβάσεις σε επίπεδο εκπαιδευτικής πολιτικής. Η πρώτη παρέμβαση ξεκινά από το ανώτερο επίπεδο, αυτό του εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο είναι το κατεξοχήν αρμόδιο για τη θεσμοθέτηση του κατάλληλου πλαισίου, βάσει του οποίου θα καθοριστεί η διαμορφωτική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, ως βασική προϋπόθεση προκειμένου να ακολουθήσει η συστηματική και μεθοδική επιμόρφωσή τους στη βάση των ρεαλιστικών αναγκών τους και με σκοπό την επαγγελματική τους ανάπτυξη και βελτίωση. Προκειμένου oι εκπαιδευτικοί να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη τους σε ένα τέτοιο σύστημα διαμορφωτικής αξιολόγησης, η οποία θα συνδέεται άμεσα με την επιμόρφωσή τους, είναι απαραίτητο να παρθούν τέτοιες ασφαλιστικές δικλείδες, ώστε η όλη διαδικασία να χαρακτηρίζεται από εγκυρότητα και αξιοπιστία. Η δεύτερη παρέμβαση σχετίζεται με το αντικείμενο της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, αναδεικνύοντας την ανάγκη αυτοί να εξειδικευτούν σε δεξιότητες διδασκαλίας προκειμένου να καταστούν πιο αποτελεσματικοί. Οι παράγοντες διδασκαλίας, όπως ορίζονται μέσω του Δ.Μ.Ε.Α, καλύπτουν ένα ευρύ πεδίο γενικευμένων τεχνικών διδασκαλίας και για το λόγο αυτό εκτιμάται η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε τέτοιες πρακτικές. 

The content you want is available to Zendy users.

Already have an account? Click here to sign in.
Having issues? You can contact us here