
Μελέτη του ιού του χλωρωτικού ικτέρου των κολοκυνθοειδών
Author(s) -
Χρυσούλα Ορφανίδου
Publication year - 2021
Language(s) - Slovenian
Resource type - Dissertations/theses
DOI - 10.12681/eadd/47129
Subject(s) - rna , nicotiana benthamiana , biology , virology , gene , genetics , virus
Οι ιοί του γένους Crinivirus αποτελούν σοβαρά παθογόνα κυρίως των κηπευτικών, στα οποία προκαλούν την ασθένεια του ικτέρου των φύλλων. Τα τελευταία χρόνια, οι περισσότεροι crini-ιοί εμφανίζουν ραγδαία γεωγραφική εξάπλωση, κυρίως λόγω της ταχείας πληθυσμιακής αύξησης και εξάπλωσης των αλευρωδών-φορέων τους. Στην Ελλάδα, έχουν ανιχνευτεί τουλάχιστον πέντε crini-ιοί, εκ των οποίων οι BPYV και CYSDV προσβάλλουν τα κολοκυνθοειδή, ενώ το 2014 ταυτοποιήθηκε και ένας τρίτος, ο CCYV. Η αναφορά του CCYV στην Ελλάδα αποτελεί και την πρώτη αναφορά του ιού στην Ευρώπη. O CCYV εμφανίζει περιορισμένη γεωγραφική εξάπλωση (Ρόδος, Κρήτη), ενώ ανιχνεύτηκε σε 13 διαφορετικά είδη ζιζανίων, γεγονός που υποδηλώνει ότι έχει εγκατασταθεί στην αυτοφυή βλάστηση. Στην παρούσα μελέτη, διερευνήθηκε η αλληλεπίδραση του CCYV με τον CYSDV, έναν συχνά απαντώμενο crini-ιό στον Ελλαδικό χώρο, σε φυτά αγγουριάς. Για το σκοπό αυτό, αναπτύχθηκαν τεχνικές RT-PCR πραγματικού χρόνου (real-time RT-PCR) για την αξιόπιστη ανίχνευση και ποσοτικοποίηση των δύο ιών. Όταν οι CCYV και CYSDV ιοί συνυπάρχουν σε φυτό αγγουριάς, μειώνεται σημαντικά η συγκέντρωσή τους. Όταν αλευρώδεις του είδους B. tabaci MED τοποθετούνταν σε φυτά μολυσμένα με τους CCYV και CYSDV, η ταυτόχρονη μετάδοσή τους αυξήθηκε σημαντικά (82%), ενώ η μετάδοση ενός εκ των δύο ήταν χαμηλή. Επίσης, βρέθηκε πως ένα άτομο αλευρώδη μεταδίδει ταυτόχρονα τους CYSDV και CCYV σε ποσοστό 4,2%, ενώ τους διατηρεί για διάστημα τουλάχιστον τριών ημερών. Ακολούθησε μοριακός χαρακτηρισμός τριών γονιδίων διαφόρων ελληνικών απομονώσεων του CCYV, ο οποίος ανέδειξε την περιορισμένη γενετική παραλλακτικότητά του (<0,1%). Ταυτόχρονα έγινε πλήρης μοριακός χαρακτηρισμός μίας ελληνικής απομόνωσης του CCYV, η οποία χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή μολυσματικού cDNA κλώνου. Τέλος, διερευνήθηκε η ικανότητα του CCYV να εκφράζει πρωτεΐνες που εμπλέκονται στην καταστολή της σίγησης RNA, ενός σημαντικού αμυντικού μηχανισμού των φυτών έναντι στους ιούς. Ως πρωτεΐνη-καταστολέας ταυτοποιήθηκε η p22, η οποία κωδικοποιείται από το RNA-1 του ιού, και συγκρίθηκε η ενεργότητά της με άλλους ήδη χαρακτηρισμένους καταστολείς της σίγησης RNA άλλων crini-ιών, όπως η p25 του CYSDV και η p22 του ToCV. Αγροεμποτισμός σε φυτά N. benthamiana έδειξε ότι η p22 του CCYV αποτελεί ασθενέστερο καταστολέα της σίγησης RNA συγκριτικά με τις άλλες δύο πρωτεΐνες όσον αφορά στην ένταση και τη διάρκεια του φθορισμού της GFP. Επίσης, πειράματα σε φυτά N. benthamiana της σειράς 16c έδειξαν ότι η p22 δεν εμποδίζει τη διακυτταρική ή/και διασυστηματική μετακίνηση του σήματος της σίγησης, και πιθανώς δεν δεσμεύει dsRNAs. Για τη διαλεύκανση του ακριβούς τρόπου δράσης της p22 ως καταστολέα της σίγησης RNA είναι απαραίτητη η εφαρμογή περαιτέρω πειραματικών προσεγγίσεων.