Open Access
Environmental sustainability in supply chains
Author(s) -
Φώτιος Μισόπουλος
Publication year - 2021
Language(s) - Uncategorized
Resource type - Dissertations/theses
DOI - 10.12681/eadd/46305
Subject(s) - nonprobability sampling , constructivism (international relations) , triple bottom line , sustainability , supply chain , sampling (signal processing) , line (geometry) , business , political science , sociology , engineering , mathematics , marketing , geometry , electrical engineering , politics , ecology , population , international relations , demography , filter (signal processing) , law , biology
Η κλιματική αλλαγή που εντείνεται με την πάροδο του χρόνου και οι επιδράσεις αυτής στην ανθρωπότητα και τον πλανήτη, ανάγκασαν τις κυβερνήσεις πολλών χωρών να αντιδράσουν κατόπιν της έντονης κριτικής διαφόρων κοινωνικο-πολιτικών φορέων και να ενσκήψουν πάνω στο πρόβλημα. Από την κίνηση αυτή δε θα μπορούσε να απουσιάσει και η ακαδημαική κοινότητα, η οποία με ενδελεχή και συντονισμένη έρευνα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να μειώσει και να περιορίσει τις επιδράσεις αυτής της κλιματικής αλλαγής. Η κύρια αιτία της εντοπίζεται στις δραστηριότητες των επιχειρήσεων που συμβάλουν τα μέγιστα στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η παρούσα διατριβή εξετάζει διάφoρους παράγοντες που άπτονται του θέματος και καταβάλει προσπάθεια ώστε να συνδράμει στην αντιμετώπιση του φαινομένου. Υπό το πρίσμα δύο θεωριών, Triple Bottom Line και Institutional Theory, εξετάζει τις απόψεις επαγγελματιών του κατασκευαστικού κλάδου ως προς τις ενέργειες των εταιρειών τους για να συμβάλουν σε πρακτικές περιβαλλοντικής βιωσιμότητας. Ο λόγος που επιλέχθηκε ο κατασκευαστικός κλάδος είναι διότι ο κλάδος αυτός χαρακτηρίζεται ως ο πλέον ρυπογόνος. Για την καλύτερη κατανόηση των λεπτομερειών και ιδιαιτεροτήτων του κλάδου, διερευνήθηκε το επίπεδο κάλυψης του θέματος από την υπάρχουσα ακαδημαική βιβλιογραφία που εστιάζει στον κατασκευαστικό κλάδο της Μεγάλης Βρετανίας. Η συστηματική ανάσκοπηση κατέδειξε ότι μέχρι σήμερα η ακαδημαική έρευνα εστιάζει κυρίως σε ενεργειακά θέματα των κτιριακών εγκαταστάσεων και οικοδομικών υλικών και πολύ λιγότερο σε θέματα που αφορούν στην εφοδιαστική αλυσίδα των εταιρειών. Βασιζόμενος στα αποτελέσματα της συστηματικής ανασκόπησης αλλά και στη γενικότερη βιβλιογραφία των συντελεστών πράσινων εφοδιαστικών αλυσίδων, ο συγγραφέας προχώρησε στη διενέργεια ποιοτικής έρευνας ώστε να συλλέξει εις βάθος πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο σκέφτονται και ενεργούν οι επιχειρήσεις στη Μεγάλη Βρετανία και στην Ελλάδα. Οι συνεντεύξεις με εικοσιεπτά ειδικούς του χώρου, ανέδειξαν ότι οι θεσμικές πιέσεις που ασκούνται στις επιχειρήσεις κατηγοριοποιούνται ως ρυθμιστικές πιέσεις, απαιτήσεις των πελατών, πιέσεις ενδιαφερομένων μερών, εξωτερική εικόνα ή φήμη της εταιρείας και τέλος, οι πιέσεις από τον ανταγωνισμό. Οι εξωτερικές αυτές πιέσεις δημιουργούν εσωτερικές αντιδράσεις για την υιοθέτηση βιώσιμων περιβαλλοντικών πρακτικών. Σύμφωνα με τις αντιλήψεις των συμμετεχόντων στην έρευνα, οι βασικοί παράγοντες που συμβάλουν προς αυτήν την κατεύθυνση είναι η υποστήριξη της ανώτατης διοίκησης, οικομικοί παράγοντες, τα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης και η χρήση λογισμικού στην μέτρηση αποτυπώματος άνθρακα, καθώς και εκπαίδευση και κατάρτιση του προσωπικού των επιχειρήσεων. Η έρευνα ολοκληρώθηκε με τη μελέτη περίπτωσης μίας ελληνικής μικρομεσαίας κατασκευαστικής εταιρείας, όπου με την χρήση ενός συστήματος υποστήριξης λήψης αποφάσεων, διερευνήθηκε αρχικά η μέτρηση αποτυπώματος άνθρακα της εταιρείας και κατόπιν η εφικτότητα μείωσής του μέσω παρεμβάσεων στην παραγωγική διαδικασία αλλά και στην εφοδιαστική της αλυσίδα. Η παρούσα έρευνα παρέχει θεωρητική και πρακτική συνεισφορά. Η θεωρητική συμβολή είναι διτή. Αρχικά μέσω του θεωρητικού μοντέλου που αναπτύσει βασιζόμενο στις θεσμικές πιέσεις που ασκούνται στις επιχειρήσεις, στοχεύοντας στην υιοθέτηση βιώσιμων περιβαλλοντικών πρακτικών εκ μέρους των. Η δεύτερη συνεισφορά είναι στο χώρο της φιλοσοφικής (phenomenological constructivism) και μεθοδολογικής προσέγγισης (mixed purposive sampling) της έρευνας που χρησιμοποιείται για πρώτη φορά συνδιαστικά στο συγκεκριμένο ερευνητικό πεδίο. Η πρακτική συνεισφορά της έρευνας είναι η ανάδειξη των ενδο-επιχειρησιακών παραγόντων που οδηγούν στην υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών, στο χώρο του κατασκευαστικού κλάδου.