
Μελέτη έκφρασης και προγνωστικής αξίας της Poly (ADP-ribose) Polymerase 1 mRNA στα μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα
Author(s) -
Κωνσταντίνος Ζερβάκης
Publication year - 2021
Language(s) - Slovenian
Resource type - Dissertations/theses
DOI - 10.12681/eadd/45792
Subject(s) - parp1 , poly adp ribose polymerase , messenger rna , microbiology and biotechnology , chemistry , polymerase , real time polymerase chain reaction , biology , dna , biochemistry , gene
Η πολυμεράση της πολυ (ADP-ριβόζης) 1 (PARP-1) αποτελεί βασικό μέλος οικογένειας πυρηνικών ενζύμων που συμμετέχουν στην επιδιόρθωση του DNA και ήδη είναι θεραπευτικός στόχος σε συμπαγείς όγκους. Στην παρούσα μελέτη ποσοτικοποιήθηκαν τα επίπεδα έκφρασης του mRNA της PARP1 με ποσοτική PCR (qpcr) και τη μέθοδο SYBR στον μυελό των οστών 74 ασθενών με διάγνωση μυελοδυσπλαστικού συνδρόμου (MDS). Τα επίπεδα έκφρασης του mRNA της PARP1 αποτυπώθηκαν με τη μορφή του λόγου των μεταγράφων parp1/actin και συσχετίστηκαν με τα δημογραφικά, αιματολογικά και προγνωστικά χαρακτηριστικά των ασθενών. Τα αποτελέσματα εκφράστηκαν ως διάμεσος ± απόκλιση λάθους (median± SEM). Τα επίπεδα έκφρασης του mRNA της PARP1 συσχετίστηκαν στη συνέχεια με τον τύπο MDS (ταξινόμηση WHO 2008/2016, p = 0.005) και με το IPSS score (p = 0.002). Επίσης, διαπιστώθηκε συσχέτιση με το IPSS-R (p = 0,011) και την προγνωστική σημασία των κυτταρογενετικών ευρημάτων (p = 0,008). Σε όλες τις περιπτώσεις, υψηλότερα επίπεδα PARP1 συσχετίστηκαν με υψηλότερη κατηγορία κινδύνου. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ένα στατιστικά σημαντικό μειονέκτημα επιβίωσης για τους ασθενείς με υψηλά επίπεδα PARP1 ( η διάμεση επιβίωση ασθενών ήταν 37,4 μήνες, ενώ η διάμεση επιβίωση ασθενών με χαμηλά επίπεδα PARP1 δεν επιτεύχθηκε, p = 0,0001). Η επιβίωση στα 5 χρόνια ήταν 29,8% έναντι 88,9% αντίστοιχα. Τα επίπεδα mRNA της PARP1 βρέθηκαν να είναι ο ισχυρότερος προγνωστικός παράγοντας της επιβίωσης σε ανάλυση πολλαπλών μεταβλητών. Αυτές οι συσχετίσεις δεν έχουν αναφερθεί ποτέ στο παρελθόν και μπορεί να καταστήσουν την PARP1 έναν προγνωστικό παράγοντα που μπορεί να ενσωματωθεί στα τρέχοντα προγνωστικά συστήματα για το MDS, θέτοντας επίσης τη βάση για τις κλινικές δοκιμές που αξιολογούν τους αναστολείς PARP1 σε MDS υψηλού κινδύνου.