Open Access
Ανάπτυξη μεθοδολογίας για την αξιοποίηση του ελληνικού συστήματος παρακολούθησης αλιευτικών σκαφών με στόχο την υποστήριξη της βιωσιμότητας των αλιευτικών πόρων της Ελλάδας
Author(s) -
Ίριδα Μάινα,
Ίριδα Μάινα
Publication year - 2021
Language(s) - Uncategorized
Resource type - Dissertations/theses
DOI - 10.12681/eadd/45130
Subject(s) - hotspot (geology) , geography , geology , seismology
Τις τελευταίες δεκαετίες το θαλάσσιο περιβάλλον δέχεται πιέσεις από ανθρωπογενείς παράγοντες (όπως αλιεία, θαλάσσια ρύπανση από απόβλητα και επικίνδυνες ουσίες, εμπλουτισμός με θρεπτικές ουσίες και οργανική ύλη, ηχορύπανση) και την κλιματική αλλαγή. Γι’ αυτούς τους λόγους απαιτείται μια ολοκληρωμένη και καλά σχεδιασμένη προσέγγιση διαχείρισης του θαλάσσιου χώρου. Υπό το πρίσμα του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού (ΘΧΣ) και της διαχειριστικής προσέγγισης με βάση το οικοσύστημα, είναι πολύ σημαντική η αποτύπωση, η κατανόηση και η ερμηνεία της χωρικής και χρονικής κατανομής της αλιευτικής πίεσης που ασκείται από το σύνολο των επαγγελματικών εργαλείων που χρησιμοποιούνται στη χώρα μας. Η διατριβή επικεντρώνεται στην χωρική κατανομή της αλιευτικής προσπάθειας της μηχανότρατας αναλύοντας δεδομένα από το Σύστημα Παρακολούθησης Σκαφών (ΣΠΣ). Το ΣΠΣ είναι ένα δορυφορικό σύστημα το οποίο σε τακτά χρονικά διαστήματα παρέχει δεδομένα για την τοποθεσία, την πορεία και την ταχύτητα των αλιευτικών σκαφών με σκοπό τον έλεγχο των δραστηριοτήτων τους και την εξασφάλιση της συμμόρφωσης τους με τους κανόνες της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής. Το Σύστημα Παρακολούθησης Σκαφών φέρουν τα επαγγελματικά αλιευτικά σκάφη συνολικού μήκους μεγαλύτερο των 12 μέτρων. Το ΣΠΣ αποτελεί εργαλείο παρακολούθησης, ελέγχου και εποπτείας της αλιείας και χρησιμοποιείται παγκοσμίως για τους σκοπούς της αλιευτικής διαχείρισης. Τα τελευταία χρόνια, η εφαρμογή του ΣΠΣ στην Ευρώπη επιτρέπει την ακριβή εκτίμηση της χωροχρονικής κατανομής της αλιευτικής προσπάθειας παρέχοντας τη δυνατότητα να προσδιορίζονται και να παρακολουθούνται επιμελώς περιοχές στις οποίες καταγράφεται υψηλή πίεση καθώς και να πραγματοποιούνται εκτιμήσεις των επιπτώσεων της αλιείας στο οικοσύστημα.Αντικείμενο της διδακτορικής διατριβής είναι η μελέτη, προσαρμογή, ανάπτυξη και βελτίωση των μεθοδολογιών ανάλυσης των ΣΠΣ λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Ελληνικής αλιείας. Οι επιμέρους στόχοι αφορούν: (1) στην εκτίμηση και στην απεικόνιση της αλιευτικής προσπάθειας του επαγγελματικού αλιευτικού στόλου (κυρίως της μηχανότρατας), (2) στο συνδυασμό των εκτιμήσεων της αλιευτικής προσπάθειας με περιβαλλοντικούς και ωκεανογραφικούς παράγοντες καθώς και με δεδομένα από τις έρευνες πεδίου, προκειμένου να εντοπιστούν σημαντικά αλιευτικά πεδία και περιοχές με υψηλά ποσοστά απορρίψεων, (3) στη διερεύνηση των χωροχρονικών προτύπων της αλιευτικής προσπάθειας και στον εντοπισμό των διαρκών (persistent) αλιευτικών περιοχών, και τέλος (4) στη συμβολή των αποτελεσμάτων στη διαδικασία ΘΧΣ υπό το γενικότερο πλαίσιο της διαχειριστικής προσέγγισης του θαλάσσιου χώρου με βάση το οικοσύστημα. Συγκεκριμένα, πραγματοποιήθηκε η ανάπτυξη τριών μεθοδολογικών προσεγγίσεων που εφαρμόστηκαν σε περιοχές των Ελληνικών θαλασσών. Κατά την επεξεργασία και ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε επιμέρους στόχου χρησιμοποιήθηκαν και προσαρμόστηκαν μέθοδοι για την εκτίμηση της αλιευτικής προσπάθειας από τα δεδομένα ΣΠΣ. Για τη μοντελοποίηση των ΣΠΣ χρησιμοποιήθηκαν τεχνικές όπως: τα Γενικευμένα Αθροιστικά Μοντέλα (GAM), η ανάλυση θερμών σημείων (hotspot analysis) και η ανάλυση χρονοσειρών. Επιπρόσθετα, χρησιμοποιήθηκαν τεχνικές αξιολόγησης της πιστότητας των τελικών μοντέλων καθώς και της ικανότητάς τους για πρόβλεψη. Η αυτοσυσχέτιση στα κατάλοιπα (residuals), η οποία σε περίπτωση που αγνοηθεί πιθανόν να παραγάγει μεροληπτικές εκτιμήσεις, ελήφθη υπόψη στις μεθόδους GAM που αναπτύχθηκαν.Ο εντοπισμός των σημαντικών αλιευτικών πεδίων της μηχανότρατας βασίστηκε σε μια διαδικασία πολλαπλών σταδίων που συνδυάζει τις εκτιμήσεις της αλιευτικής προσπάθειας από το ΣΠΣ και τα δεδομένα αλιείας (που προέρχονται από πειραματική δειγματοληψία και από παρατηρήσεις επί σκαφών). Αυτή η μεθοδολογική προσέγγιση εφαρμόστηκε για το σύνολο των Ελληνικών μηχανοτρατών που αλιεύουν με τράτα βυθού. Τα δεδομένα αλιείας χρησιμοποιήθηκαν για τη μοντελοποίηση της παρουσίας δεκαπέντε βενθοπελαγικών ειδών τα οποία αποτελούν τα σημαντικότερα εμπορικά είδη-στόχους της μηχανότρατας στη Μεσόγειο. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν ανέδειξαν τους πιο σημαντικούς τόπους αλιείας στην Ελλάδα (ανά εμπορικό είδος και συνολικά).Τα τελευταία χρόνια, το ζήτημα της μείωσης των απορριπτόμενων αλιευμάτων απαιτεί μια καλά προγραμματισμένη διαχειριστική προσέγγιση λαμβάνοντας υπόψη τη μεταβλητότητα των αλιευτικών απορρίψεων στο χώρο και στο χρόνο. Για το σκοπό αυτό, αναπτύχθηκε μια μέθοδος που συνδυάζει τα δεδομένα που προέρχονται από παρατηρήσεις επί σκαφών, περιβαλλοντικές παραμέτρους και εκτιμήσεις αλιευτικής προσπάθειας (από ΣΠΣ). Η μέθοδος εφαρμόστηκε για τις Ελληνικές μηχανότρατες που επιχειρούν στο Ιόνιο Πέλαγος. Κύριους στόχους αποτέλεσαν η χαρτογράφηση (α) των συνολικών απορρίψεων ανά μονάδα αλιευτικής προσπάθειας (kg/h) και (β) η χαρτογράφηση των συνολικών ποσοτήτων απορρίψεων (σε kg) σε μια προκαθορισμένη χωρική μονάδα (μέγεθος κελιού 5x5 χλμ.). Τα απορριπτόμενα αλιεύματα μελετήθηκαν για συγκεκριμένες ομάδες απορριπτόμενων ειδών (π.χ. ιχθύες). Τα αποτελέσματα ανέδειξαν τους τρόπους με τους οποίους οι περιβαλλοντικοί και εποχιακοί παράγοντες επηρεάζουν το ποσοστό απορριπτόμενων αλιευμάτων, προσδιορίζοντας έτσι τις περιοχές με υψηλά ποσοστά απορρίψεων. Η χαρτογράφηση των συνολικών ποσοτήτων απορρίψεων παρέχει πολύτιμες πληροφορίες για τη διερεύνηση των επιπτώσεων που προκύπτουν από τις πιθανές πολιτικές διαχείρισης της αλιείας (όπως η Ευρωπαϊκή οδηγία για την υποχρεωτική εκφόρτωση των αλιευμάτων) στο περιβάλλον.Στη συνέχεια, πραγματοποιήθηκε η χωροχρονική ανάλυση της αλιευτικής προσπάθειας για μια περίοδο 6 ετών (2010-2015). Η ανάλυση έγινε για τις ελληνικές μηχανότρατες που επιχειρούν στη περιοχή του Αιγαίου. Συγκεκριμένα κατά τη διερευνητική ανάλυση των δεδομένων εντοπίστηκαν οι περιοχές που παρουσιάζουν υψηλή αλιευτική προσπάθεια και χαρακτηρίζονται ως θερμά σημεία (hotspots). Επιπρόσθετα, μελετήθηκαν οι κύκλοι, η εποχικότητα, οι τάσεις και η επιμονή των hotspots εντός και κατά τη διάρκεια των ετών. Ακόμα διερευνήθηκε η χωροχρονική συσχέτιση μεταξύ της αλιευτικής προσπάθειας και άλλων περιβαλλοντικών / οικονομικών μεταβλητών (βάθος, χλωροφύλλη-α, τιμή καυσίμων, απόσταση από το λιμάνι). Στο τελευταίο κεφάλαιο της διδακτορικής διατριβής περιγράφεται η πιθανή συμβολή των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από τις παραπάνω μεθοδολογικές προσεγγίσεις στο χωροταξικό σχεδιασμό και στη διαχείριση.