
Μορφολογία και εµβιοµηχανική των οπισθίων µηριαίων µυών σε υγιείς και άτοµα µετά από συνδεσµοπλαστική προσθίου χιαστού συνδέσµου
Author(s) -
Ευάγγελος Καραγιαννίδης
Publication year - 2021
Language(s) - Slovenian
Resource type - Dissertations/theses
DOI - 10.12681/eadd/44669
Subject(s) - medicine
Σκοπός της παρούσας διατριβής ήταν να εξετάσει τις διαφορές στα ηλεκτρομυογραφικά, αρχιτεκτονικά και μηχανικά χαρακτηριστικά της άρθρωσης του γόνατος μεταξύ ατόμων με συνδεσμοπλαστική πρόσθιου χιαστού συνδέσμου (ΠΧΣ) και υγειών ατόμων. Συνολικά εξετάστηκαν 36 άτομα, εκ των οποίων 29 ήταν άνδρες και 7 γυναίκες. Η εργασία ολοκληρώθηκε σε τέσσερις πειραματικές μελέτες. Η κύρια ερευνητική υπόθεση ήταν ότι με δεδομένη τη μεταβολή του πάχους του ημιτενοντώδους (ST) αλλά και πιθανές μεταβολές στη κινηματική της άρθρωσης αλλά και το πάχος των μυών μετά την επέμβαση, οι ασθενείς που υποβάλλονται σε τέτοιου είδους επέμβαση ενδεχομένως εμφανίζουν διαφορετικά αρχιτεκτονικά και μηχανικά χαρακτηριστικά σε σχέση τους υγιείς. Σκοπός της πρώτη μελέτης ήταν η καταγραφή και μελέτη των δομικών, αρχιτεκτονικών χαρακτηριστικών των οπίσθιων μηριαίων και συγκεκριμένα του ST σε υγιείς και άτομα μετά από χειρουργική αποκατάσταση ΠΧΣ. Χρησιμοποιώντας υπέρηχο καταγράφηκε το μυϊκό πάχος και η γωνία πτέρωσης κατά την μέγιστη ισομετρική προσπάθεια σε πρηνή θέση με το γόνατα σε κάμψη 0ο και 45°. Η ανάλυση διακύμανσης έδειξε ότι η γωνία πτέρωσης του ST δεν διέφερε σημαντικά μεταξύ των ατόμων που υποβλήθηκαν σε συνδεσμοπλαστική ΠΧΣ και τους υγιείς (p > 0.05), ενώ το πάχος του μυός ήταν μεγαλύτερο στην ομάδα των χειρουργημένων (p 0.05). Ωστόσο σημειώθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στο μήκος τένοντα του BF και του ST ανάμεσα στις δύο ομάδες (p 0.05). Δεν υπήρξε αλληλεπίδραση της γωνίας και της ομάδας στο λόγο (torque/EMG) για τον BF και ST . Δεν υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές ανάμεσα στις ομάδες και τον λόγο EMG 0ο/EMG 45ο για τον BF και τον ST. Συμπερασματικά η ροπή από το χειρουργημένο μέλος φαίνεται να αποκαθίσταται στο φυσιολογικό. Σκοπός της τέταρτης έρευνας ήταν η μέτρηση του μοχλοβραχίονα δύναμης σε υγιείς και άτομα μετά από συνδεσμοπλαστική ΠΧΣ από αυτομόσχευμα από τον ST μέσω του αναδομημένου τρισδιάστατου μοντέλου που προέκυψε από τις δισδιάστατες μαγνητικές τομές. Τα τρισδιάστατα αναδομημένα μοντέλα, τα οποία προέκυψαν από τη διαδικασία της προηγούμενης εργασίας, υπέστησαν περαιτέρω επεξεργασία και υπολογίστηκαν το μήκος του μοχλοβραχίονα του BF και του ST. Η ανάλυση με t-test δεν έδειξε στατιστικά σημαντικές διαφορές στον μοχλοβραχίονα ανάμεσα στις δύο ομάδες. Συμπερασματικά, η μελέτη έδειξε ότι η μορφολογία του ST ανακάμπτει μετά τη λήψη του μοσχεύματος στους περισσότερους ανθρώπους ένα χρόνο μετά το χειρουργείο. Παρόμοια δεν διαπιστώθηκαν μεταβολές στην μυϊκή ενεργοποίηση και την ανατομική εγκάρσια επιφάνεια ανάμεσα στις δυο ομάδες. Εντούτοις, βρέθηκαν μεταβολές στο μήκος του τένοντα στους ασθενείς σε σχέση με του υγιείς. Παρόλα αυτά δεν διαπιστώθηκαν συστηματικές διαφορές στους μοχλούς δύναμης των μυών. Λαμβάνοντας υπόψη τους περιορισμούς της εργασίας, φαίνεται ότι η υπόθεση της εργασίας δεν επαληθεύτηκε. Συνεπώς, συμπεραίνεται ότι η συνδεσμοπλαστική με το συγκεκριμένο μόσχευμα δεν επιφέρει σημαντικές μεταβολές στα αρχιτεκτονικά και μηχανικά χαρακτηριστικά της άρθρωσης του γόνατος και των περιβαλλόντων μυών.