z-logo
open-access-imgOpen Access
Αξιολόγηση της ποιότητας ζωής μετά από ανοικτές και λαπαροσκοπικές εκτομές παχέος εντέρου
Author(s) -
Παρασκευάς Σταμόπουλος
Publication year - 2021
Language(s) - English
Resource type - Dissertations/theses
DOI - 10.12681/eadd/44483
Subject(s) - erectile function , medicine , erectile dysfunction
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου αποτελεί μία από τις συχνότερες κακοήθειες στο Δυτικό κόσμο. Ανεξάρτητα από το είδος της εκάστοτε εφαρμοζόμενης θεραπείας+, είναι αξιοσημείωτη η βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη επίπτωσή της στην ποιότητα ζωής των ασθενών. Συμπτώματα της νόσου όπως η εκσεσημασμένη απώλεια βάρους και η αδυναμία αλλά και οι ανεπιθύμητες ενέργειες της θεραπείας, είναι δυνατό να επιβαρύνουν τους ασθενείς και να περιορίσουν τις δραστηριότητές τους. Επιπλέον, χαρακτηριστικά της εξωτερικής εμφάνισης, η σεξουαλική δραστηριότητα και ψυχολογικοί παράγοντες, όπως η αισιοδοξία για το μέλλον, συχνά υφίστανται αξιοσημείωτες μεταβολές.Στις μέρες μας, η λαπαροσκοπική χειρουργική, διαδραματίζει ολοένα και μεγαλύτερο ρόλο στη θεραπεία του καρκίνου του παχέος εντέρου, καθώς έχει αποδειχθεί ότι αποτελεί ασφαλή και αποτελεσματική χειρουργική προσέγγιση της συγκεκριμένης νόσου, με πλεονεκτήματα όπως η μικρότερη διάρκεια μετεγχειρητικής νοσηλείας, η ταχύτερη κινητοποίηση του εντέρου και το μειωμένο μετεγχειρητικό άλγος συγκριτικά με την ανοικτή προσπέλαση.Σκοπός της παρούσας μελέτης αποτελεί η συγκριτική ανάλυση της επίδρασης λαπαροσκοπικών και ανοικτών κολεκτομών στην ποιότητα ζωής ασθενών του Ελληνικού πληθυσμού. Επιπλέον, στόχοι της μελέτης αποτελούν η ανάλυση παραγόντων που επηρεάζουν την ποιότητα ζωής προ- και μετεγχειρητικά, όπως το φύλο, η ηλικία, το στάδιο νόσου και η λήψη ή μη χημειοθεραπείας, καθώς και η συγκριτική ανάλυση των επιδράσεων της ανοικτής και λαπαροσκοπικής εκτομής του ορθού στην σεξουαλική λειτουργία αρρένων με καρκίνο ορθού.Στη μελέτη συμπεριλήφθησαν ασθενείς που υποβλήθηκαν σε ανοιχτή και λαπαροσκοπική εκτομή για καρκίνο παχέος εντέρου ή ορθού. Οι ασθενείς αξιολογήθηκαν για την ποιότητα ζωής με τη χρήση των εξειδικευμένων ερωτηματολογίων SF-36, EORTC QLQ-CR30 και QLQ-CR29, και Gastrointestinal Quality of life Index (GIQLI), προεγχειρητικά, καθώς και στους 1, 3, 6 και 12 μήνες μετεγχειρητικά. Επιπροσθέτως, οι ασθενείς με καρκίνο ορθού αξιολογήθηκαν για σεξουαλική δυσλειτουργία με την χρήση του ερωτηματολογίου International Index of Erectile Function (IIEF).177 ασθενείς με ανοιχτή κολεκτομή (μέση ηλικία 69,7 έτη + 11,36 έτη) και 85 ασθενείς με λαπαροσκοπική κολεκτομή (μέση ηλικία 69,11 + 10 έτη) συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη. Η ποιότητα ζωής στο σύνολο των ασθενών επιδεινώθηκε προσωρινά σε συγκεκριμένους τομείς των ερωτηματολογίων SF-36 και CR30 στον 1ο μετεγχειρητικό μήνα, ακολουθούμενη από σταδιακή βελτίωση, η οποία οδήγησε στους 3, στους 6 και στους 12 μήνες σε σημαντικά καλύτερα επίπεδα της συνολικής ποιότητας ζωής και των επιμέρους παραγόντων της σε σύγκριση με την προεγχειρητική περίοδο.Κατά τη σύγκριση της λαπαροσκοπικής με την ανοιχτή μέθοδο, παρατηρήθηκε μια σαφής υπεροχή της λαπαροσκοπικής προσέγγισης στην αξιολόγηση της «γενικής κατάστασης υγείας» και RLPH μέσω του ερωτηματολογίου SF36 στους 3 μήνες μετεγχειρητικά. Παρόμοια αποτελέσματα εμφανίζονται μέσω των λοιπών ερωτηματολογίων, με σαφώς καλύτερη ψυχολογική κατάσταση των λαπαροσκοπικών ασθενών (GIQLI) και λιγότερο πόνο (CR29) στον 1 μήνα μετεγχειρητικά. Ωστόσο, οι ανωτέρω διαφορές δεν διατηρούνται για το μετέπειτα χρονικό διάστημα παρακολούθησης.Σε μια προσπάθεια εκτίμησης πιθανών επιβαρυντικών παραγόντων ανεξαρτήτως της χειρουργικής προσέγγισης, φάνηκε ότι το φύλο παίζει σημαντικό ρόλο προεγχειρητικά, με τις γυναίκες να παρουσιάζουν χειρότερα επίπεδα ψυχολογικής και συνολικής κατάστασης υγείας όπως και φυσικής λειτουργικότητας (SF 36 και GIQLI), καθώς και στον 1 μήνα μετεγχειρητικά μέσω του GIQLI. Οι ανωτέρω διαφορές δεν διατηρήθηκαν στη μακροχρόνια μετεγχειρητική παρακολούθηση (3, 6 και 12 μήνες). Οι νεώτεροι ασθενείς (<70 ετών), παρουσίασαν ως αναμενόταν υπεροχή σε τομείς της φυσικής υγείας και λειτουργικότητας τόσο προεγχειρητικά όσο και μετεγχειρητικά. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ωστόσο το γεγονός ότι οι ηλικιωμένοι ασθενείς εμφανίζουν καλύτερη ψυχολογία και συνολική υγεία στους 3 μήνες μετεγχειρητικά, κάτι το οποίο ενδεχομένως να σχετίζεται με τη μεγαλύτερη ψυχολογική επιβάρυνση από το χειρουργείο στους νεότερους ασθενείς. Η χορήγηση χημειοθεραπείας οδήγησε σε χαμηλότερη συνολική κατάσταση υγείας στους 6 μήνες (SF 36).Σε μια υποανάλυση της ομάδας ασθενών με λαπαροσκοπική αντιμετώπιση παρατηρήθηκε παρόμοια συμπεριφορά με το σύνολο του πληθυσμού, με αρχική επιδείνωση στον 1 μήνα και μετέπειτα σταδιακή βελτίωση σε σχεδόν όλες τις παραμέτρους των ερωτηματολογίων. Στη λαπαροσκοπική ομάδα παρατηρήθηκε επιπλέον συσχέτιση του ανδρικού φύλου, του προχωρημένου σταδίου νόσου, της λήψης χημειοθεραπείας και της μεγαλύτερης ηλικίας με χειρότερη ποιότητα ζωής μετεγχειρητικά. Ωστόσο, οι ανωτέρω διαφορές εξαλείφθηκαν στους 12 μήνες μετεγχειρητικά, με εξαίρεση τους άνδρες που συνέχιζαν να παρουσιάζουν χειρότερες βαθμολογίες σε 5 εκ των 8 τομέων του SF-36 και σε 5 υποκλίμακες του GIQLI στους 12 μήνες.Τέλος, στην ομάδα ασθενών με καρκίνο του ορθού (56 ασθενείς) η συχνότητα εμφάνισης νέας σεξουαλικής δυσλειτουργίας στους 3 μήνες ήταν 66,6%. Οι αριθμοί των ασθενών με σεξουαλική δυσλειτουργία δεν είχαν στατιστικά σημαντική διαφορά προεγχειρητικά ή στους 3 μήνες μετεγχειρητικά μεταξύ των ομάδων της ανοικτής και της λαπαροσκοπικής επέμβασης, αν και υπήρχε μια τάση υπεροχής της λαπαροσκοπικής επέμβασης για καρκίνο του ορθού στους 6 μήνες. Δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων της ανοικτής και της λαπαροσκοπικής επέμβασης σε σχέση με τις συνολικές βαθμολογίες του IIEF και με τις βαθμολογίες των υποκατηγοριών, προεγχειρητικά, στους 3 και στους 6 μήνες. Πιθανός βλαπτικός παράγοντας για τη σεξουαλική δυσλειτουργία ήταν το προχωρημένο στάδιο νόσου, καθώς οι Τ3 και Τ4 όγκοι είχαν χειρότερες προεγχειρητικές βαθμολογίες, καθώς και χειρότερη βαθμολογία στους 3 και 6 μήνες για τη σεξουαλική επιθυμία. Οι αρχικές βαθμολογίες ήταν επίσης χειρότερες για τους ασθενείς που τελικά υποβλήθηκαν σε χημειοθεραπεία και σε εκείνους που υποβλήθηκαν σε επικουρική ακτινοθεραπεία. Οι στατιστικές διαφορές διατηρήθηκαν μόνο για την σεξουαλική επιθυμία στην ομάδα που έλαβε χημειοθεραπεία στους 3 μήνες και στην ομάδα ακτινοθεραπείας στους 3 και στους 6 μήνες.Συμπερασματικά, η ποιότητα ζωής των ασθενών που υποβλήθηκαν σε χειρουργική αντιμετώπιση για καρκίνο του παχέος εντέρου, αν και αρχικά φάνηκε επηρεασμένη, παρουσίασε μακροπρόθεσμα σαφή βελτίωση, με βραχυπρόθεσμη υπεροχή της λαπαροσκοπικής αντιμετώπισης στον 1 και 3 μήνες μετεγχειρητικά. Η υπεροχή αυτή εξαλείφεται στη μετέπειτα μετεγχειρητική παρακολούθηση. Πιθανοί επιβαρυντικοί παράγοντες είναι η μεγαλύτερη ηλικία, η λήψη χημειοθεραπείας και το προχωρημένο στάδιο νόσου, με την επίδρασή τους να εξασθενεί στον 1 χρόνο. Η σεξουαλική δυσλειτουργία αποτέλεσε σημαντικό μετεγχειρητικό πρόβλημα για τους ασθενείς με καρκίνο ορθού, χωρίς σαφή υπεροχή της λαπαροσκοπικής προσέγγισης σε αυτή τη μικρή ομάδα ασθενών.

The content you want is available to Zendy users.

Already have an account? Click here to sign in.
Having issues? You can contact us here