
Παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο στην παιδική και εφηβική ηλικία και δείκτες πρώιμης αθηροσκλήρωσης στην ενήλικη ζωή στον ελληνικό πληθυσμό
Author(s) -
Ιωάννης Τερζής
Publication year - 2021
Language(s) - Slovenian
Resource type - Dissertations/theses
DOI - 10.12681/eadd/42685
Subject(s) - medicine , gastroenterology
Εισαγωγή: Η παρούσα μελέτη σχεδιάστηκε με σκοπό να εξετάσει την συσχέτιση των κλασικών παραγόντων κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο καθώς και τις διατροφικές συνήθειες κατά την παιδική και εφηβική ηλικία με δείκτες πρώιμης αθηρωμάτωσης στην ενήλικη ζωή. Επίσης,στόχος της μελέτης είναι να διερευνήσει τη διατροφικές συνήθειες κατά την παιδική και εφηβική ηλικία στην ανάπτυξη αγγειακής βλάβης στην ενήλικη ζωή. Έτσι θα δοθεί η δυνατότητα να εκτιμηθεί η σημασία των παραγόντων κινδύνου και της διατροφής πριν την ενήλικη ζωή. Δεδομένου ότι περιορισμένος αριθμός μελετών έχει εξετάσει αυτό το ερώτημα στη διεθνή βιβλιογραφία τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης θα μπορούσαν να ενισχύσουν την υπάρχουσα γνώση για τις αξία αυτών των παραγόντων και τις θεραπευτικές αποφάσεις όσον αφορά στην πρωτογενή πρόληψη για καρδιαγγειακή νόσο στην παιδική και εφηβική ηλικία Μεθοδολογία:Η μελέτη χωρίζεται σε δυο στάδια. Στο πρώτο στάδιο που ολοκληρώθηκε το 1983, έγινε καταγραφή όλων των γνωστών κλασικών παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου όπως αρτηριακή πίεση, χοληστερόλη, κάπνισμα, σάκχαρο αίματος, βάρος, ύψος, δημογραφικά στοιχεία και διαιτητικές συνήθειες σε παιδιά και εφήβους (n=300), κατοίκους Αττικής εύρους ηλικίας 10-16 ετών. Στο δεύτερο στάδιο που ολοκληρώθηκε με την παρούσα διατριβή το 2012, ανευρέθηκαν 131 άτομα από τα 300 του αρχικού πληθυσμού από τα οποία 116 άτομα,αφού προηγήθηκε ταυτοποίηση με τον αρχικό πληθυσμό , αποδέχτηκαν να συμμετέχουν στη 2η φάση της μελέτης. Πραγματοποιήθηκε εκ νέου καταγραφή των γνωστών κλασσικών παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου καθώς και λεπτομερές ιατρικό ιστορικό ενώ έγινε και χρήση μη επεμβατικών τεχνικών για την εκτίμηση λειτουργικών και δομικών δεικτών υποκλινικής βλάβης του αρτηριακού τοιχώματος που περιελάμβανε:1. μέτρηση της ενδοθηλιοεξαρτώµενης αγγειοδιαστολής της βραχιονίου αρτηρίας µετά από αντιδραστική υπεραιµία (FMD), ως δείκτης ενδοθηλιακής λειτουργίας. 2. μέτρηση του πάχους του έσω-μέσου χιτώνα των καρωτίδων και μηριαίων αρτηριών (ΙΜΤ)και προσδιορισμός αθηρωματικών πλακών με υπερηχογραφική μέθοδο. 3. μέτρηση σφυροβραχιόνιου δείκτη (ΑΒΙ), ως δείκτης υποκλινικής περιφερικής αρτηριακής νόσου. 4. μέτρηση της ταχύτητας του σφυγμικού κύματος (PWV), ως δείκτης αρτηριακής σκληρίας και 5. ανάλυση σφυγμικού κύματος με προσδιορισμό του δείκτη επαύξησης αρτηριακής πίεσης, ΑΙ(%) ως δείκτη ανακλώμενων κυμάτων. Αποτελέσματα: Ο μέσος χρόνος παρακολούθησης ‘ήταν 25±4 έτη. Ο ΔΜΣ κατά την παιδική-εφηβική ηλικία συσχετίζονταν με το πάχους του έσω-μέσου χιτώνα των κοινών καρωτίδων αρτηριών (r=0.098p=0.0306) ενώ η HDL χοληστερίνη συσχετίζονταν αρνητικά(r=-0.219 p=0.031). Επίσης, ηHDL συσχετίζοταν αρνητικά με την ενδοθήλιο-εξαρτώμενη αγγειοδιαστολή της βραχιονίου αρτηρίας (r=-0.265 p=0.009) ενώ η διαστολική αρτηριακή πίεση της παιδικής-εφηβικής ηλικίας συσχετίζονταν θετικά με την παρουσία αθηρωματικής πλάκας στις καρωτίδες αρτηρίες(r=0.196 p=0.038). Μετά από πολυπαραγοντική ανάλυση και στατιστική διόρθωση για κλασικούς παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου στην ενήλικη ζωή ,η HDL χοληστερόλη αποτελούσε ανεξάρτητο παράγοντα που συσχετίζεται με την FMD(p=0.027,r=0.145) και το ΙΜΤ (p=0.007, r=0.149) στην ενήλικη ζωή . Ως προς την διατροφή κατά την παιδική ηλικία η κατανάλωση καρπών συσχετίζονταν με το ΙΜΤ των κοινών καρωτίδων(r=-0.307, p=0.002), το ΙΜΤ των καρωτιδικών βολβών(r=-0.265, p=0.009) και του μέσου όρου του ΙΜΤ των καρωτίδων αρτηριών σε όλα τα τμήματα (r=-0.299, p=0.002). Η κατανάλωση μελιού συσχετίζονταν με το ΙΜΤ των κοινών καρωτίδων αρτηριών(r=-0216, p=0.003) ενώ η κατανάλωση ψωμιού συσχετίζονταν με το ΙΜΤ των έσω καρωτίδων αρτηριών(r=-0.263,p=0.008), το ΙΜΤ των κοινών καρωτίδων αρτηριών(r=-0.227, p=0.039),και μέσο όρο του ΙΜΤ των καρωτίδων αρτηριών σε όλα τα τμήματα (r=-0.237, p=0.017). Η κατανάλωση μαρμελάδας συσχετίζονταν με την παρουσία υποκλινικής αθηρωμάτωσης (r=-0.253, p=0.013)στην ενήλικη ζωή ενώ η κατανάλωση βουτύρου συσχετίζονταν με την ανεύρεση τουλάχιστον μιας αθηρωματικής πλάκας στις μηριαίες αρτηρίες (r=0.222, p=0.024). Τέλος, η κατανάλωση αυγού στην παιδική ηλικία συσχετίζονταν με τον δείκτη επαύξησης αρτηριακής πίεσης, ΑΙ(%)(r=0.474, p=0.002).Η πολυπαραγοντική ανάλυση έδειξε ότι ο συνδυασμός σοκολάτας-ξηρών καρπών και σνακ στην παιδική ηλικία συσχετίζονταν ανεξάρτητα από τους κλασικούς παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, με αυξημένες τιμές ΙΜΤ στην κοινή καρωτίδα(p=0.0182,r=0.111) και τον καρωτιδικό βολβό(p=0,05, r=0.145) καθώς και με την ενδοθηλιακή λειτουργία (p=0,006,r=0.205) στην ενήλικη ζωή. Tέλος, η αλλαγή του δείκτη μάζας σώματος από την εφηβεία στην ενήλικη ζωή συσχετίζονταν ,ανεξάρτητα από τους υπόλοιπους κλασικούς παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, με την μέγιστη τιμή της μέτρησης του ΙΜΤ των κοινών καρωτίδων(p=0.002), με την παρουσία αθηρωματικής πλάκας στις καρωτίδες και μηριαίες αρτηρίες(p=0.009) και χαμηλές τιμές ΑΒΙ (p=0.008).Μετά από στατιστική διόρθωση για παράγοντες κλασικού καρδιαγγειακού κινδύνου η αλλαγή από φυσιολογικό βάρος στην παιδική ηλικία σε υπέρβαρη κατάσταση στην ενήλικη ζωή( p<0.001),σχετιζόταν σημαντικά με χαμηλή τιμή ΑΒΙ ενώ η αλλαγή του ΒΜΙ ήταν ο ισχυρότερος προγνωστικός παράγοντας για παρουσία αθηρωματικών πλακών (p=0.012). Συμπέρασμα: Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της παρούσας διατριβής , οι σημαντικότεροι παράγοντες στην παιδική-εφηβική ηλικία που σχετίζονται με υποκλινική αθηρωμάτωση στην ενήλικη ζωή είναι η αυξημένη κατανάλωση του συνδυασμού σοκολάτας-ξηρών καρπών-σνακ, η HDLχοληστερόλη και η μεταβολή του ΒΜΙ . Τα ευρήματα αυτά θα μπορούσαν να διεγείρουν το σχεδιασμό νέων μελετών με σκοπό την εκτίμηση της αξίας αυτών των παραγόντων ως βιοδείκτες διαστρωμάτωσης καρδιαγγειακού κινδύνου κατά την εφηβική ηλικία καθώς και την μελέτη της επίδρασης πρώιμων παρεμβάσεων ή διατροφικών μεταβολών σε δείκτες υποκλινικής αθηρωμάτωσης στην ενήλικη ζωή.