
Τεκμηρίωση συλλογών ιατροδικαστικού ενδιαφέροντος του εγκληματολογικού μουσείου
Author(s) -
Zoi Sakki,
Ζωή Σακκή
Publication year - 2021
Language(s) - Uncategorized
Resource type - Dissertations/theses
DOI - 10.12681/eadd/42659
Subject(s) - computer science
Το Εγκληματολογικό Μουσείο διαθέτει πολύ σημαντικές συλλογές ιστορικού, εκπαιδευτικού και επιστημονικού χαρακτήρα, με αντικείμενα και ανθρώπινα υπολείμματα που είτε αποτελούν πειστήρια εγκληματικών ή βίαιων ενεργειών, είτε παρουσιάζουν περιπτώσεις ιατρικού και ιατροδικαστικού ενδιαφέροντος. Οι συλλογές του Μουσείου έχουν σκοπίμως συλλεχτεί από διαπρεπείς καθηγητές της έδρας της Ιατροδικαστικής, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας τόσο για να υποστηρίξουν το εκπαιδευτικό έργο του Πανεπιστημίου Αθηνών και την εκπαίδευση των ειδικευομένων στην Ιατροδικαστική όσο και ευρύτερα, για να υπηρετήσουν το κοινωνικό σύνολο. Η καταγραφή και η ανάδειξη της ιστορίας του εγκλήματος ως ιδιαίτερου εκπαιδευτικού, ερευνητικού και ευρύτερα πληροφοριακού υλικού καθίστανται σημαντικές, καθώς άπτονται άμεσα τομέων όπως η Εγκληματολογία, η Ιατροδικαστική, η Τοξικολογία, η Δικαστική Ανθρωπολογία και κλάδοι της Κοινωνιολογίας.Εντούτοις, το πάθος των συλλεκτών για τη δημιουργία μιας σημαντικής συλλογής, δεν συνοδεύτηκε από τη μέριμνα για την τεκμηρίωση του υλικού και την καταγραφή κάθε πληροφορίας σχετικής με την προέλευση, την κατασκευή, τη χρήση, αλλά και τον τρόπο πρόσκτησης του υλικού. Έτσι, με την απεβίωση της πρώτης γενιάς συλλεκτών που γνώριζαν τις ιστορίες των αντικειμένων, τη σπουδαιότητα και την ιδιαιτερότητά τους, πολλά από αυτά παρέμειναν σιωπηλά. Συνέπεια της αποσπασματικής τεκμηρίωσης είναι η αναποτελεσματική ανάδειξη της σπουδαιότητας και της ιστορικής και επιστημονικής αξίας των μουσειακών αντικειμένων του Εγκληματολογικού Μουσείου. Επιπλέον, παρατηρείται αδυναμία στην προβολή των εκθεμάτων αλλά και στην οργάνωση του Μουσείου με τρόπο που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες προδιαγραφές. Περιορισμένη είναι άλλωστε και η δυνατότητα πραγματοποίησης ερευνών και μελετών βασισμένων στις συλλογές. Μάλιστα, για να είναι ολοκληρωμένη η διαδικασία ανάδειξης της σπουδαιότητας και της ιστορικής και επιστημονικής αξίας των μουσειακών αντικειμένων του Εγκληματολογικού Μουσείου απαιτείται όχι μόνο η τεκμηρίωση των συλλογών, αλλά και η μελέτη των μουσειακών αντικειμένων. Ουσιαστικά, η μελέτη αντικειμένων είναι η διαδικασία αξιολόγησης, πολιτισμικής ανάλυσης (η σχέση του αντικειμένου με τον πολιτισμό) και ερμηνείας (ο ρόλος του στην κοινωνία) των αντικειμένων ενός μουσείου. Μέσω της μελέτης αντικειμένων εξετάζεται ο τρόπος δημιουργίας των νοημάτων των αντικειμένων που απαρτίζουν τις συλλογές του Εγκληματολογικού Μουσείου. Επιπλέον, προσδιορίζεται ο συμβολικός χαρακτήρας των αντικειμένων-πειστηρίων εγκλήματος, των συλλογών και της έκθεσης του Μουσείου. Με τον τρόπο αυτό, εξετάζεται, συνολικά η φύση του Μουσείου και του υλικού του. Με την παρούσα διδακτορική διατριβή έγινε μία προσπάθεια ολοκληρωμένης τεκμηρίωσης των συλλογών του Εγκληματολογικού Μουσείου, καθώς και διερεύνηση συγκεκριμένων μουσειολογικών θεμάτων που σκοπό έχουν να θέσουν το πλαίσιο της ερμηνευτικής πολιτικής του Μουσείου –όπως η πολιτισμική-επιστημονική ανάλυση των αντικειμένων και η συγκριτική μελέτη των μουσείων εγκληματολογίας διεθνώς. Ο στόχος της παρούσας μελέτης είναι η τεκμηρίωση και, εν μέρει, η μουσειολογική μελέτη των αντικειμένων του Εγκληματολογικού Μουσείου. Η σπουδαιότητα του όλου εγχειρήματος είναι τεράστια και θα έχει σημαντική απήχηση στη μουσειακή έρευνα τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς.Το κομμάτι της τεκμηρίωσης περιλαμβάνει την καταγραφή του πληροφοριακού υλικού και τη δημιουργία ενός σύγχρονου συστήματος επιστημονικής τεκμηρίωσης, βασισμένου σε διεθνή πρότυπα και καλές πρακτικές. Με την τεκμηρίωση συγκεντρώνονται λεπτομερείς πληροφορίες για κάθε αντικείμενο που έχει αποκτήσει το Μουσείο ως προς τα χαρακτηριστικά του, την προέλευσή του, την ιστορία του, τους λόγους απόκτησής του από το Μουσείο και τους προηγούμενους κατόχους του. Απώτερος σκοπός της διαδικασίας της τεκμηρίωσης είναι η σύνδεση των μουσειακών αντικειμένων με το ιστορικό, κοινωνικοπολιτικό και επιστημονικό τους πλαίσιο, αλλά και η λειτουργική διαχείριση του συνόλου του συλλεχθέντος πληροφοριακού υλικού. Το κομμάτι της μουσειολογικής μελέτης περιλαμβάνει δύο μέρη: (i) την πολιτισμική-επιστημονική ανάλυση των αντικειμένων, μέσω της εφαρμογής ενός νέου μοντέλου μελέτης αντικειμένων, προσαρμοσμένου στις ανάγκες του Μουσείου και (ii) τη συγκριτική μελέτη αναφορικά με τις συλλεκτικές πολιτικές, τις συλλογές και τα αντικείμενα που διαθέτουν τα μουσεία εγκληματολογίας διεθνώς. Η μελέτη των αντικειμένων του Μουσείου κρίνεται απολύτως απαραίτητη, καθώς μόνο μέσω μιας τέτοιας διαδικασίας –σε συνδυασμό και με την τεκμηρίωση– μπορεί να καταστεί εφικτός ο επακριβής προσδιορισμός της αξίας των μουσειακών αντικειμένων. Επιπλέον, στο πλαίσιο της συγκριτικής μελέτης των μουσείων εγκληματολογίας διεθνώς θα αναλυθούν τα χαρακτηριστικά των συλλογών αλλά και των μουσείων που εμπεριέχονται σε αυτή την κατηγορία. Υπογραμμίζεται, ότι διεθνώς, ο αριθμός των μουσείων εγκληματολογίας είναι περιορισμένος, ενώ ακόμα λιγότερα είναι τα μουσεία που προσεγγίζουν το έγκλημα από την επιστημονική και εκπαιδευτική του σκοπιά. Άλλωστε, είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι έως σήμερα ελάχιστες έρευνες έχουν διεξαχθεί αναφορικά με αυτού του είδους την κατηγορία μουσείων, παρά το τεράστιο ερευνητικό ενδιαφέρον που παρουσιάζει. Τα αποτελέσματα της συγκριτικής μελέτης αποσκοπούν στην εξαγωγή συμπερασμάτων αναφορικά με τη συλλεκτική πολιτική, τις συλλογές και τα αντικείμενα τόσο του Εγκληματολογικού Μουσείου, όσο και των λοιπών μουσείων εγκληματολογίας ανά τον κόσμο. Μια τέτοια συγκριτική μελέτη είναι ιδιαιτέρως πολύτιμη για την ανάπτυξη και την πρόοδο της έρευνας στον τομέα των Μουσειακών Σπουδών, καθώς ελάχιστες είναι οι μελέτες που έχουν διεξαχθεί με βασικό αντικείμενο τις συλλογές εγκληματολογίας.