
Προγνωστική αξία του συμπυκνώματος εκπνεόμενου αέρα στη διεγχειρητική και μετεγχειρητική πορεία ασθενών
Author(s) -
Αρχοντία Μαχαιρίδου
Publication year - 2021
Language(s) - Vietnamese
Resource type - Dissertations/theses
DOI - 10.12681/eadd/42156
Subject(s) - exhaled breath condensate , chemistry , nuclear chemistry , medicine , asthma
Το συμπύκνωμα εκπνεόμενου αέρα (EBC) προκύπτει ως αποτέλεσμα της ψύξης των υδρατμών που εξέρχονται με την εκπνοή από το κατώτερο αναπνευστικό σύστημα. Περιλαμβάνει έναν μεγάλο αριθμό παραγόντων, η συγκέντρωση των οποίων επηρεάζεται από τις διάφορες πνευμονικές νόσους και τυχόν θεραπευτικές παρεμβάσεις. Το συμπύκνωμα εκπνεόμενου αέρα έχει, επίσης, μετρήσιμο pH. Το EBC pH αποτελεί τον καλύτερα τυποποιημένο δείκτη ο οποίος μας δίνει πληροφορίες για την οξεοβασική ισορροπία στο υγρό που επαλείφει τους αεραγωγούς. Επιπλέον, η οξίνισή του έχει αναφερθεί σε πολλές φλεγμονώδεις παθήσεις των αεραγωγών. Σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η αξιολόγηση της προεγχειρητικής και διεγχειρητικής τιμής του pH του EBC σαν προγνωστικού δείκτη διεγχειρητικών και μετεγχειρητικών επιπλοκών. Δευτερεύοντα σκοπό αποτελεί η μελέτη της επαναληψιμότητας των μετρήσεων του EBC pH μετά από συντήρηση των δειγμάτων σε βαθιά κατάψυξη για ένα έτος. Μελετήθηκαν είκοσι (20) ενήλικοι ασθενείς προγραμματισμένοι για μείζονα χειρουργική επέμβαση κοιλίας. Η λήψη έγινε με φορητές συσκευές μιας χρήσης (RTube, Respiratory Research, Charlottes-ville, Virginia) Το πρώτο δείγμα συλλέχθηκε το βράδυ πριν την επέμβαση. Διεγχειρητικά, η λήψη δείγματος πραγματοποιήθηκε με χρήση RTube το οποίο τοποθετήθηκε στο εκπνευστικό σκέλος του αναπνευστήρα. Κατά τη διάρκεια της μηχανικής αναπνοής πραγματοποιήθηκε συλλογή: α) του δεύτερου δείγματος κατά την πρώτη (1η) ώρα μετά την εισαγωγή στην αναισθησία και εξασφάλιση του αεραγωγού με ενδοτραχειακή διασωλήνωση β) του τρίτου δείγματος μετά το πέρας της τελικής σύγκλισης της χειρουργικής τομής και πριν την έναρξη αφύπνισης του ασθενούς. Όλα τα δείγματα (τουλάχιστον 1ml συμπυκνώματος) καταψύχθηκαν άμεσα στους -80°C προκειμένου να προσδιοριστεί σε δεύτερο χρόνο το pH. Πριν από κάθε μέτρηση η σταθεροποίηση του pH επιτεύχθηκε σε κάθε EBC δείγμα, μετά από απαέρωση με αέριο Αργό. Στη συνέχεια τα δείγματα καταψύχθηκαν εκ νέου στους -80°C. Δεύτερη μέτρηση των τιμών του EBC pH πραγματοποιήθηκε στα ίδια δείγματα, ένα έτος μετά την πρώτη μέτρηση ακολουθώντας τις ίδιες συνθήκες και το ίδιο πρωτόκολλο μέτρησης με την πρώτη.Για τους σκοπούς της μελέτης έγινε καταγραφή από τους ιατρικούς φακέλους των δημογραφικών στοιχείων των ασθενών καθώς και στοιχείων που αφορούν το ιατρικό τους ιστορικό, την προεγχειρητική τους εξέταση, τη διεγχειρητική και μετεγχειρητική τους πορεία. Επίσης, πραγματοποιήθηκε προτύπωση της μεθόδου συλλογής και συντήρησης των δειγμάτων για την μέτρηση του EBC pH, καθώς επίσης και διερεύνηση της επίδρασης της διάρκειας συντήρησης των δειγμάτων στις τιμές του EBC pH.Κατά τη στατιστική ανάλυση των δεδομένων, χρησιμοποιήθηκαν τα κατάλληλα μέτρα θέσης και διασποράς (μέσες τιμές, τυπικές αποκλίσεις) για τη περιγραφή των χαρακτηριστικών του πληθυσμού της μελέτης. Στη συνέχεια εφαρμόστηκε ανάλυση διακύμανσης-συνδιακύμανσης για επαναλαμβανόμενες μετρήσεις ώστε να συγκριθούν οι μέσες τιμές του EBC pH των δειγμάτων που συλλέχθηκαν κατά τις τρεις διαφορετικές στιγμές. Το επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας ορίστηκε στο 5% (p-value < 0.05). Για τη μελέτη εμφάνισης βρογχόσπασμου κατά τη διάρκεια της εγχείρησης χρησιμοποιήθηκαν μοντέλα αναλογικών κινδύνων του Cox.Ο μέσος όγκος του EBC των συμμετεχόντων στην μελέτη σε αυτόματη αναπνοή ήταν 953μL (±251) ενώ κατά τη μηχανική αναπνοή, στους ίδιους ασθενείς, ο μέσος όγκος της πρώτης διεγχειρητικής συλλογής ήταν 858 μL (±253) και της δεύτερης λήψης ήταν 855 μL (±216). Σημαντική οξίνιση του EBC pH (p=0,007) παρατηρήθηκε μεταξύ των προεγχειρητικών και των διεγχειρητικών δειγμάτων. Το μέσο προεγχειρητικό EBC pH ήταν σημαντικά υψηλότερο κατά 0,279 (95% CL:0,045, 0,513, p-value=0,015) και 0,267(95% CL:0,034, 0,501, p-value=0,020) από το 1ο διεγχειρητικό δείγμα και το 2ο διεγχειρητικό δείγμα, ενώ η διαφορά των μέσων τιμών ανάμεσα στις δύο διεγχειρητικές μετρήσεις EBC pH δεν παρουσίασε σημαντική διαφορά. Μείωση κατά 0,1 του EBC pH του 1ου διεγχειρητικού δείγματος που συλλέχθηκε μετά την εισαγωγή στην αναισθησία και την έναρξη του μηχανικού αερισμού, αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης βρογχόσπασμου διεγχειρητικά κατά 0,77% (95% CL: -0,14, 1,68, p-value=0,097). Μείωση κατά 0,1 τόσο του προεγχειρητικού EBC pH όσο και του 1ου ή του 2ου διεγχειρητικού, αυξάνει τη διάρκεια νοσηλείας κατά 0,08 (95% CL:-0,20, 0,36), 0,20 (95% CL:-0,28, 0,68) ή (95% CL:-0,20, 0,54) ημέρες, αντίστοιχα. Ωστόσο, καμία από αυτές τις αρνητικές συσχετίσεις δεν έφθασε το επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας. Οι τιμές του EBC pH ήταν σημαντικά χαμηλότερες στην δεύτερη μέτρηση, η οποία πραγματοποιήθηκε 12 μήνες μετά την πρώτη μέτρηση του pH, σε δείγματα απαερωμένα με την χρήση αερίου Αργόν και αποθηκευμένα στους -80°C. Οι μέσες τιμές EBC pH διαφέρουν στατιστικά σημαντικά μεταξύ των μετρήσεων που έγιναν σε διαφορετικούς χρόνους, τόσο όσον αφορά την προεγχειρητική (p=0,018), όσο και την 1η (p=0,018) και τη 2η διεγχειρητική λήψη (p=0,008).Η όξυνση του EBC pH, πριν και μετά τον μικρής διάρκειας μηχανικό αερισμό, δείχνει τον ζημιογόνο ρόλο του μηχανικού αερισμού, κατά τη διάρκεια των χειρουργικών επεμβάσεων, στους αεραγωγούς και στους πνεύμονες, μια υπόθεση η οποία ενισχύεται αν λάβουμε υπόψιν μας την οριακώς σημαντική συσχέτιση που βρήκαμε μεταξύ της όξυνσης του EBC pH και της εμφάνισης βρογχόσπασμου. Επίσης αποδείξαμε ότι μετά από ένα έτος συντήρησης απαερωμένων δειγμάτων σε βαθιά κατάψυξη στους -80°C, παρατηρείται πτώση της τιμής του EBC pH των εκ νέου απαερωμένων δειγμάτων, σε σχέση με την τιμή της πρώτης μέτρησης.